Σκέψεις για την καραντίνα

Κάπου στις αρχές του Γενάρη έγινε γνωστό ότι ένας νέος ιός ξεκίνησε να μεταδίδεται αρχικά στην Κίνα και σταδιακά να εξαπλώνεται σε άλλες χώρες από ταξιδιώτες. Τότε, αυτό που ακούγαμε στα ΜΜΕ ήταν απλώς η μία καθησυχαστική εξαγγελία μετά την άλλη• ότι «είμαστε έτοιμοι». Μάλιστα, ενώ προσπαθούσαν να πείσουν για το πόσο το σύστημα υγείας της χώρας είναι «θωρακισμένο», ούτε έκαναν τεστ σε άτομα που επέστρεφαν από χώρες του εξωτερικού με κρούσματα και ούτε τα παρότρυναν να μειώσουν για ένα διάστημα τις επαφές τους, μέχρι να είναι σίγουρο ότι είναι καλά. Λίγο πριν το τέλος του Φεβρουαρίου επιβεβαιώθηκε το πρώτο κρούσμα στην Ελλάδα. Από ‘κει και πέρα ξεκίνησε ένα ντόμινο επιλογών της κυβέρνησης, οι οποίες εκτός από το ότι κατέδειξαν πόσο «έτοιμο» ήταν όντως το σύστημα υγείας, οδήγησαν σταδιακά στη χειροτέρευση της κατάστασης. Σε αυτό βοήθησε και η στάση μίας μερίδας επικίνδυνα φανατισμένων ανθρώπων που θεώρησαν (κι εξακολουθούν να θεωρούν) ότι το «ελληνικό αίμα» έχει κάποιου είδους ιδιαίτερη σύσταση γι’ αυτό και δεν πρόκειται να κολλήσουν κορονοϊό ακόμα κι αν συνωστιστούν στις εκκλησίες και φάνε από το ίδιο κουτάλι.

Φυσικά, την κατάσταση του δημόσιου συστήματος υγείας τη γνωρίζαμε και πριν την πανδημία. Ελλείψεις σε προσωπικό κι εξοπλισμό, τρομακτικά λίγα κρεβάτια στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ), λίγοι/ες γιατροί στα επείγοντα, τα ραντεβού κλειστά για μήνες αφότου έπαιρνες τηλέφωνο. Κι αυτό ως αποτέλεσμα μίας πολιτικής χρόνων που επέλεγε συνειδητά την απαξίωση κάθε δημόσιας παροχής. Έτσι, καταλαβαίνουμε ότι όταν στα μέσα του Μάρτη ανακοινώθηκε η αναστολή λειτουργίας των σχολείων και διαφόρων κέντρων ψυχαγωγίας/άθλησης κ.λπ. και προτάθηκε πως το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να «μείνουμε σπίτι» μας για το «κοινό καλό», ήτανε η πρώτη κίνηση απελπισίας των ανθρώπων που ευθύνονται για την κατάσταση του συστήματος υγείας, σε μία προσπάθεια να μπαλώσουν τις τρύπες που οι ίδιοι είχαν δημιουργήσει. Οι εκκλήσεις των νοσοκομειακών για στοιχειώδη και απαραίτητο εξοπλισμό, για προσλήψεις και για να ανοίξουν ΜΕΘ ήταν από την αρχή συνεχείς και στοχευμένες. Παρ’ όλα αυτά, όχι μόνο δε βρήκαν καμία ανταπόκριση αλλά σε πολλές περιπτώσεις τα αιτήματά τους αποσιωπήθηκαν εντελώς, παράλληλα και με τις μαρτυρίες ασθενών για την άσχημη κατάσταση που επικρατεί στα νοσοκομεία.

Έτσι, φτάνουμε μερικές εβδομάδες πριν, που ανακοινώθηκε καθολική απαγόρευση κυκλοφορίας και μετακίνηση μόνο με συγκεκριμένη άδεια. Δηλαδή εγκλεισμός στο σπίτι και πάλι με πρόσχημα «το καλό μας». Η πρόθεση να πέσει το μεγαλύτερο βάρος αυτής της περιόδου στις πλάτες του κοινωνικού συνόλου είναι ξεκάθαρη. Ειδικά αν λάβουμε υπόψη μας ότι τις απαγορεύσεις συνοδεύουν μισόλογα όσον αφορά περαιτέρω βοήθεια στα νοσοκομεία, η οποία έχει υπάρξει ελάχιστη και έντονη μεθοδευμένη τρομοκρατία στα ΜΜΕ. Ξαφνικά λοιπόν, είμαστε σε μία κατάσταση όπου οι γιατροί στα νοσοκομεία, που χρόνια αφήνονται στο έλεος της τύχης τους, έγιναν ήρωες και σαν κεραμίδα στο κεφάλι μας καταλάβαμε συνολικά ότι σε μία κοινωνία οι πράξεις μας μπορεί να επηρεάσουν και τους άλλους κι ότι καλό είναι να έχουμε την ευθύνη αυτών. Αρκεί όμως μόνο η ατομική ευθύνη για να αντιμετωπιστεί μια πανδημία; Πού ξεκινάει η ευθύνη του κράτους και πόση είναι;

Θεωρούμε ότι η κρατική ευθύνη είναι πολύ μεγαλύτερη απ’ ότι παρουσιάζεται και θα ‘πρεπε αυτό σε μία τόσο κρίσιμη φάση να προσπαθήσει έστω να φτιάξει ό,τι έκανε ρημαδιό. Να γίνονται, για παράδειγμα, μαζικά τεστ στον πληθυσμό ώστε να γνωρίζουμε ακριβώς ποια είναι η κατάσταση και να μη μένει ο κόσμος σπίτι με άγνοια και φόβο. Να δοθούν στην υγεία τα χρήματα που πηγαίνουν σε πολεμικούς εξοπλισμούς, να προσληφθεί μόνιμο προσωπικό, να παρέχεται επαρκής προστασία σε κάθε εργαζόμεν@ ανεξαιρέτως, να γίνει επίταξη των ιδιωτικών κλινικών και γενικώς να λειτουργήσουμε επιτέλους με βάση την πραγματικότητα, ότι δηλαδή οι πιο πολύτιμοι πόροι του συστήματος υγείας είναι οι άνθρωποι που το λειτουργούν. Αντί για αυτά βλέπουμε αρχικά την κυβέρνηση να χαρίζει καθόλου αμελητέα ποσά στα ιδιωτικά νοσοκομεία και στα κανάλια. Παρατηρούμε πως με κάθε τρόπο προσπαθεί να κρύψει το πόσο δύσκολα είναι τα πράγματα στα νοσοκομεία, χωρίς να διστάσει μάλιστα να στείλει μπάτσους στα προαύλια αυτών για να καταστείλουν τις διαμαρτυρίες του προσωπικού στις 7 Απρίλη και να κόψουν πρόστιμα για άσκοπες συναθροίσεις και συνωστισμό. Σε αυτόν τον μήνα που έχει περάσει, το καπιταλιστικό κράτος της Ελλάδας, μαζί και με τα κράτη άλλων χωρών έχει δείξει τι έχει πραγματικά σημασία κι αυτό δεν μπορούμε να πιστέψουμε πια ότι είναι οι άνθρωποι.

Πολλ@ από μας δεν περιμέναμε φυσικά κάτι καλύτερο από τους αυτούς που στέλνουν στρατό και μπάτσους στον Έβρο για να πυροβολήσουν πρόσφυγες ή που καταστρέφουν με μερικές γραμμές σε ένα νόμο κάθε εργατική κατάκτηση των τελευταίων χρόνων. Αυτοί που βγαίνουν να μιλήσουν για το πόσο καλό κάνουμε που μένουμε σπίτι είναι οι ίδιοι άνθρωποι που μερικούς μήνες πριν μας βεβαίωναν ότι θα μας πάρουν τα σπίτια αν δεν έχουμε να πληρώσουμε. Οι ίδιοι που χωρίς δεύτερη σκέψη πέταξαν έξω από τις φοιτητικές εστίες όσο κόσμο διέμενε εκεί, γιατί το να παρέχουν περίθαλψη έχει ένα κόστος που μάλλον δεν το αξίζει κανείς αν δεν είναι μεγαλομέτοχος ή πλούσιος γενικώς. Είναι πλέον ξεκάθαρο ότι δεν είμαστε όλες το ίδιο σημαντικές. Μπορεί το μεγαλύτερο μέρος του κόσμου να μένει τώρα στο σπίτι για να αποφύγουμε το συνωστισμό αλλά υπάρχουν μέρη όπου αυτό δεν υπάρχει ως επιλογή. Στις φυλακές κρατούμενες/οι στοιβάζονται σε άθλιες συνθήκες και δεν τους παρέχεται ούτε η ελάχιστη βοήθεια. Ένα μόνο παράδειγμα είναι η κατάσταση στον Ελαιώνα Θηβών όπου μία κρατούμενη πέθανε στο κελί της έχοντας μεταξύ άλλων και συμπτώματα που παραπέμπουν στον κορονοϊό χωρίς να γίνει καμία εξέταση ή να παραπεμφθεί σε κάποιο νοσοκομείο, ούτε και κανένας έλεγχος των υπόλοιπων συγκρατουμένων της. Το ίδιο ισχύει και για τα camps, όπου χιλιάδες άνθρωποι είναι στοιβαγμένοι σε συνθήκες ήδη επικίνδυνες για την υγεία. Η ίδια δολοφονική πολιτική ακολουθείται και στα κέντρα κράτησης μεταναστών, όπου μια προσφύγισσα πέθανε και στη δομή στο Κρανίδι. Και όσο τα κρούσματα πολλαπλασιάζονται εκεί και σε άλλες δομές όπως στη Ριτσώνα, οι άνθρωποι βρίσκονται χωρίς γιατρούς ή νοσηλευτές, χωρίς κάποια μέριμνα, αναγκάζονται να βρούν τρόπους να τα βγάλουν πέρα μόνοι τους και να εύχονται για το καλύτερο. Δεν έχουν και πολλά να περιμένουν από τη «μέριμνα» του κράτους, όταν οι ανησυχίες της κυβέρνησης αφορούν μόνο πώς θα “σφραγίσουν” τις δομές. Παρόμοια άσχημες συνθήκες αντιμετωπίζουν όσες είναι άστεγες και μένουν από στενό σε στενό, όσοι ακόμη δουλεύουν σε πολυπληθείς χώρους, σε εταιρίες που αρνούνται να βάλουν την ασφάλεια των εργαζομένων πάνω από το κέρδος, όσοι είναι φαντάροι στοιβαγμένοι σε στρατόπεδα όπου δεν τηρούνται οι κατάλληλες προφυλάξεις.

Σε αυτή την πρωτόγνωρη για τα περισσότερα από μας συγκυρία κι ενώ τα ΜΜΕ κάνουν σίγουρο κάθε μέρα ότι θα επικρατεί ο φόβος του αόρατου εχθρού, εμείς αναγνωρίζουμε εχθρούς πολύ ορατούς και συγκεκριμένους. Και πέρα από την εχθρική πολιτική του κράτους έχουμε και εχθρούς στο σπίτι, όπου για αρκετά από μας δεν είναι ασφαλής χώρος. Το οικογενειακό σπίτι όπου πολλ@ από μας καλούμαστε να μείνουμε είναι ένα μέρος όπου λοατκια+ άτομα συχνά δεν είναι αποδεκτά και είτε ζούμε με τις ταυτότητές μας κρυφές και καταπιεσμένες, είτε ερχόμαστε αντιμέτωπα με μία βασανιστική πραγματικότητα καθημερινής βίας (λεκτικής, ψυχολογικής, σωματικής). Το ίδιο ισχύει και για γυναίκες, θηλυκότητες, παιδιά… ο εχθρός της πατριαρχίας δεν περίμενε φυσικά τον κορονοϊό για να μας χτυπήσει αλλά το να μην μπορείς να φύγεις από το περιβάλλον αυτό, τουλάχιστον για πολλή ώρα κάνει την κατάσταση χειρότερη. Μα ακόμα κι αν θελήσεις να ξεφύγεις για λίγο θα σε βρει στο δρόμο ο εχθρός της εκτελεστικής εξουσίας και του συνεχούς ελέγχου. Δεν έχουμε ξεχάσει πως κάθε μέρα εδώ και καιρό μαθαίνουμε κι από ένα νέο περιστατικό κατάχρησης εξουσίας από μπάτσους, που όπως πριν που ξεγύμνωναν και βασάνιζαν άτομα στα εξάρχεια και στις πορείες και κάνανε τσαμπουκάδες κι επιθέσεις σε άστεγους, τοξικοεξαρτημένες σε οποιοδήποτε τους φαινόταν έστω και λίγο «μη κανονικός» έτσι και τώρα βρίσκουν συνεχώς αφορμές να δείχνουν τη σαπίλα τους και τη σαπίλα του ίδιου του συστήματος που προστατεύουν. Γράφοντας πρόστιμα σε άστεγους για άσκοπη μετακίνηση ή σε μετανάστ@ επειδή κάτι γράψανε λάθος στο μήνυμα που έστειλαν (σε μία γλώσσα που δεν ξέρουν) ή όπου τους καπνίσει γενικώς επειδή η χειρόγραφη δήλωση είναι σε λάθος χαρτί, επειδή έβγαλες το σκύλο σου πολύ μακριά, επειδή επέλεξες να αναπνέεις έξω από τα τετραγωνικά του σπιτιού σου κι έτσι είσαι κίνδυνος για τη «δημόσια υγεία». Έτσι, η κατάσταση με την ολική απαγόρευση και τα πρόστιμα έχει καταλήξει σε μία εισπρακτική διαδικασία που κάνει μέχρι και τη βόλτα να έχει ταξικό πρόσημο (άμα δε σου περισσεύουνε κιόλας θα το σκεφτείς δύο φορές αν θα κάνεις το βήμα έξω από την πόρτα). Παράλληλα, μέσα στον έλεγχο και την αδράνεια η κυβέρνηση έχει βρει την ευκαιρία να περάσει ένα σωρό σκληρά μέτρα, χωρίς να μπορούμε να κάνουμε πολλά γι’ αυτό και συχνά χωρίς να το μαθαίνουμε, αφού όλες οι ειδήσεις είναι πλέον επικεντρωμένες στον κορονοϊό, το μοναδικό εχθρό που απ’ ότι φαίνεται εξουδετερώνει όλους τους άλλους.

Με τον ίδιο τρόπο υποβαθμίζεται η σημασία των προβλημάτων υγείας πέρα από τον κορονοϊό, σωματικής αλλά και της ψυχικής. Η κατάσταση που βιώνουμε είναι ιδιαίτερα πιεστική για όλ@ μας και έτσι επιβαρυνόμαστε ψυχικά, σε συνθήκες όπου η πρόσβαση σε δομές ψυχικής υγείας είναι ιδιαίτερα περιορισμένη. Από τη μία είναι λογικό να νιώθουμε μόν@ μας σε συνθήκες εγκλεισμού και απομόνωσης. Είναι λογικό να νιώθουμε άγχος, όταν δεν έχουμε δουλειά και η μέριμνα δεν είναι αρκετή, ή όταν είμαστε αναγκασμέν@ να πάμε στη δουλειά μας με κίνδυνο να αρρωστήσουμε. Να φοβόμαστε μην αρρωστήσουμε αφού δεν επαρκεί το σύστημα υγείας να μας χωρέσει ολ@ μας. Είναι πραγματικά επικίνδυνο να ακουμπάμε τους φίλους μας; Να βγούμε μια βόλτα στο πάρκο; Σε μια κοινωνία που η ελευθερία περιορίζεται συνεχώς το να την παλέψουμε γίνεται ολοένα και πιο δύσκολο.

Η λίστα με τα προβλήματα που υπάρχουν σε αυτήν την κατάσταση πραγματικά φαίνεται να μην έχει τέλος. Όσο κράτος και η κυβέρνηση κρύβουν τα προβλήματα κάτω από το χαλάκι εμείς ψάχνουμε να βρούμε μια διέξοδο. Δεν τους περιμέναμε ποτέ για να μας σώσουν, ούτε και τώρα, η αδιαφορία τους είναι άλλωστε εμφανής. Τώρα ακούμε τις δηλώσεις τους για την “επιτυχία” στην αντιμετώπιση της επιδημίας, αλλά η βλέπουμε πως συνολική κατάσταση είναι πολύ μακριά από αυτό. Όταν μας ρίχνουν όλη την ευθύνη στις πλάτες μας, καταλαβαίνουμε ότι ενάντια τους συλλογικά μόνο θα μπορέσουμε να ανταπεξέλθουμε. Από την πλευρά μας στεκόμαστε αλληλέγγυ@ στ@ μετανάστρι@ στα camps, στ@ κρατουμέν@ στις φυλακές. Να ικανοποιηθούν άμεσα τα δίκαια αιτήματα τους που είναι καθοριστικά για τη ζωή τους! Στηρίζουμε δομές έμπρακτης αλληλεγγύης που έχουν δημιουργηθεί σε στέκια και καταλήψεις με συλλογές ειδών ανάγκης τα και δίκτυα υποστήριξης και βοήθειας σε άτομα που έχουν ανάγκη. Αλληλεγγύη και σε όλα τ@ εργαζόμενα που διαμαρτύρονται για τις συνθήκες εργασίας τους, σε κούριερ, σούπερ μάρκετ, ντελίβερι κ.ά. Στηρίζουμε ακόμα τις κινητοποιήσεις των εκπαιδευτικών ενάντια στις αλλαγές στην παιδεία και των εργαζομένων στα νοσοκομεία.

Στεκόμαστε άφοβα το ένα δίπλα στο άλλο και κυριολεκτικά και μεταφορικά γιατί θυμόμαστε πως η αλληλεγγύη είναι το όπλο μας!

Συλλογικότητα radical pride